παραπροίκι

παραπροίκι
το
το εξώπροικο, το πανωπροίκι, περιουσία που δίνουν οι γονείς τής νύφης στον γαμπρό πάνω από την κανονική προίκα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < παρ(α)-* + προίκα (πρβλ. πανω-προίκι)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • παραπροίκι — το αυτό που δίνεται στη νύφη πέρα από την προίκα, αλλιώς πανωπροίκι, εξώπροικο …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • τράχωμα — (Ιατρ.). Μορφή χρόνιας επιπεφυκίτιδας, η οποία οφείλεται σε διηθητό ιό μεγάλων διαστάσεων: είναι λοιμώδες νόσημα, προσβάλλει κυρίως την παιδική ηλικία και εκδηλώνεται συχνότερα με ενδημική μορφή στους λαούς των περιοχών που έχουν κλίμα ζεστό και… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”